源自中古希腊语 ἀπ’ ὀψέ (ap’ opsé, “晚”)。
- 国际音标(帮助): [aˈpopse]
- 断字:α‧πό‧ψε
απόψε (apópse)
- 今晚
Θα δω τους φίλους μου απόψε.- Tha do tous fílous mou apópse.
- 我今晚要去见我朋友。
- (用于过去不久的事情) 昨晚
Απόψε, είδα ένα πολύ τρομακτικό όνειρο.- Apópse, eída éna polý tromaktikó óneiro.
- 昨晚我做了个噩梦。