γραμμάριο
希腊语
编辑名词
编辑γραμμάριο (grammário) n (复数 γραμμάρια)
- 克 (质量单位)
变格
编辑γραμμάριο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | γραμμάριο • | γραμμάρια • |
属格 | γραμμαρίου • | γραμμαρίων • |
宾格 | γραμμάριο • | γραμμάρια • |
呼格 | γραμμάριο • | γραμμάρια • |
相关词汇
编辑- χιλιόγραμμο n (chiliógrammo, “千克,公斤”)