古希腊语

编辑

词源

编辑

源自 διαλέγω (dialégō) +‎ -ος (-os)

发音

编辑
 

名词

编辑

δῐᾰ́λογος (diálogosm (属格 δῐᾰλόγου); 二类变格

  1. 对话谈论

变格

编辑

派生语汇

编辑
  • 希腊语: διάλογος (diálogos)
  • 拉丁语: dialogus (至此查阅更多衍生词汇)

延伸阅读

编辑

希腊语

编辑

词源

编辑

继承古希腊语 διάλογος (diálogos)

发音

编辑

名词

编辑

διάλογος (diálogosm (复数 διάλογοι)

  1. 对话

变格

编辑

延伸阅读

编辑