希腊语

编辑

词源

编辑

继承自古希腊语 ἐθνικός (ethnikós)。等同于έθνος (éthnos, 国家) +‎ -ικός (-ikós)

形容词

编辑

εθνικός (ethnikósm (阴性 εθνική,中性 εθνικό)

  1. 国家
    Εθνικού ΘεάτρουEthnikoú Theátrou国家大剧院
    εθνικό λαχείοethnikó lacheío国家彩票

变格

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑