ηλεκτρονικός υπολογιστής

希腊语

编辑

词源

编辑

ηλεκτρονικός (ilektronikós, 电子的) + υπολογιστής (ypologistís, 计算器)

名词

编辑

ηλεκτρονικός υπολογιστής (ilektronikós ypologistísm (复数 ηλεκτρονικοί υπολογιστές)

  1. 电子计算机电脑

近义词

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑
参见:κομπιούτερ n (kompioúter)

拓展阅读

编辑