首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
κάσκα
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
近义词
希腊语
编辑
名词
编辑
κάσκα
(
káska
)
f
(复数
κάσκες
)
(
非作战用的
)
头盔
变格
编辑
κάσκα的变格
单数
复数
主格
κάσκα
•
κάσκες
•
属格
κάσκας
•
—
宾格
κάσκα
•
κάσκες
•
呼格
κάσκα
•
κάσκες
•
近义词
编辑
(
更常用
)
κράνος
n
(
krános
)
〈
军
〉
περικεφαλαία
f
(
perikefalaía
)