καθημερινός
希腊语
编辑形容词
编辑καθημερινός (kathimerinós) m (阴性 καθημερινή,中性 καθημερινό)
变格
编辑 καθημερινός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | καθημερινός | καθημερινή | καθημερινό | καθημερινοί | καθημερινές | καθημερινά |
属格 | καθημερινού | καθημερινής | καθημερινού | καθημερινών | καθημερινών | καθημερινών |
宾格 | καθημερινό | καθημερινή | καθημερινό | καθημερινούς | καθημερινές | καθημερινά |
呼格 | καθημερινέ | καθημερινή | καθημερινό | καθημερινοί | καθημερινές | καθημερινά |
衍生 | 比较级:πιο + 肯定形(如 πιο καθημερινός) 相对最高级:定冠词 + πιο + 肯定形(如 ο πιο καθημερινός) |
近义词
编辑- ημερήσιος (imerísios)
同类词汇
编辑- ετήσιος (etísios, “每年的”)
- μηνιαίος (miniaíos, “每月的”)
- εβδομαδιαίος (evdomadiaíos, “每周的”)
相关词汇
编辑- 参见:ημέρα f (iméra, “日子,天”)