首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
καραμέλα
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
词源
1.2
名词
1.2.1
变格
1.2.2
参见
1.2.3
拓展阅读
希腊语
编辑
词源
编辑
借自
意大利语
caramella
。
名词
编辑
καραμέλα
(
karaméla
)
f
(复数
καραμέλες
)
糖果
焦糖
变格
编辑
καραμέλα的变格
单数
复数
主格
καραμέλα
•
καραμέλες
•
属格
καραμέλας
•
καραμελών
•
宾格
καραμέλα
•
καραμέλες
•
呼格
καραμέλα
•
καραμέλες
•
参见
编辑
γλυκό
n
(
glykó
,
“
甜点,甜品
”
)
拓展阅读
编辑
καραμέλα
在希腊语维基百科上的资料。
维基百科
el