κατσικόδρομος

希腊语

编辑

词源

编辑

源自κατσίκι (katsíki, 山羊) +‎ δρόμος (drómos, )

名词

编辑

κατσικόδρομος (katsikódromosm (复数 κατσικόδρομοι)

  1. 羊肠小道

变格

编辑

参见

编辑