古希腊语

编辑

词源

编辑

继承原始希腊语 *(h)méros;等同于μείρομαι (meíromai, 收下自己的一部分, 词根 μερ-) +‎ -ος (-os)[1]对照μέλος (mélos, 肢体;成员),意思和发音类似,但来源不同。

发音

编辑

名词

编辑

μέρος (mérosn (属格 μέρεος μέρους); 三类变格

  1. 部分部件
  2. 区域
  3. 份额
  4. 轮次
  5. 血统命运
  6. 集合中的成员种类类型
    • 170 BCE – 90 BCE, Dionysius Thrax, Art of Grammar 11:
      τοῦ δὲ λόγου μέρη ἐστὶν ὀκτώ· ὄνομα, ῥῆμα, μετοχή, ἄρθρον, ἀντωνυμία, πρόθεσις, ἐπίρρημα, σύνδεσμος.
      toû dè lógou mérē estìn oktṓ; ónoma, rhêma, metokhḗ, árthron, antōnumía, próthesis, epírrhēma, súndesmos.
      有八种:名词、动词、分词、冠词、代词、介词、副词、连词。

变格

编辑

参考资料

编辑
  1. Beekes, Robert S. P. (2010年),“μέρος”,Etymological Dictionary of Greek (Leiden Indo-European Etymological Dictionary Series; 10), with the assistance of Lucien van Beek,Leiden, Boston:Brill,ISBN 9789004174207,第 933 页

延伸阅读

编辑

希腊语

编辑
外语每日一词 – 2025年1月4日

词源

编辑

继承古希腊语 μέρος (méros)

发音

编辑

名词

编辑

μέρος (mérosn (复数 μέρη)

  1. (最常用的义项) 部分
    Το αγγλικό Βικιλεξικό αποτελεί μέρος ενός πολυεθνικού διαδικτυακού εγχειρήματος.
    To anglikó Vikilexikó apoteleí méros enós polyethnikoú diadiktyakoú encheirímatos.
    英语维基词典是在线跨国专案的一部分
  2. 地方
    Σ’ αυτό το μέρος είναι κρυμμένος ένας θησαυρός.
    S’ aftó to méros eínai krymménos énas thisavrós.
    这个地方藏有宝藏。
  3. (音乐) 乐章
    Το τρίτο μέρος της συμφωνίας.
    To tríto méros tis symfonías.
    交响曲的第三乐章
  4. 争议、冲突中的一方
    Τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέληξαν σε συμβιβαστική λύση.
    Ta endiaferómena méri katélixan se symvivastikí lýsi.
    相关各方达成了妥协。
  5. (委婉) 厕所
    πάω στο μέροςpáo sto méros去上厕所

变格

编辑