μορφωτικός
希腊语
编辑形容词
编辑μορφωτικός (morfotikós) m (阴性 μορφωτική,中性 μορφωτικό)
- 教育的
- μορφωτικά βιβλία ― morfotiká vivlía ― 教育书籍
- 文化的
- μορφωτικός σύμβουλος ― morfotikós sýmvoulos ― 文化专员
变格
编辑 μορφωτικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | μορφωτικός | μορφωτική | μορφωτικό | μορφωτικοί | μορφωτικές | μορφωτικά |
属格 | μορφωτικού | μορφωτικής | μορφωτικού | μορφωτικών | μορφωτικών | μορφωτικών |
宾格 | μορφωτικό | μορφωτική | μορφωτικό | μορφωτικούς | μορφωτικές | μορφωτικά |
呼格 | μορφωτικέ | μορφωτική | μορφωτικό | μορφωτικοί | μορφωτικές | μορφωτικά |
近义词
编辑- εκπαιδευτικός (ekpaideftikós)
参见
编辑- πολιτιστικός (politistikós, “文化的”)