希腊语

编辑

词源

编辑

源自古希腊语 οἶκος (oîkos)

发音

编辑

名词

编辑

οίκος (oíkosm (复数 οίκοι)

  1. (现在属正式古旧或用于固定短语) 房屋
    Λευκός ΟίκοςLefkós Oíkos
    οίκος ευγηρίαςoíkos evgirías护理
    οίκος ανοχήςoíkos anochís妓院
  2. (历史) 家族贵族),王朝
    Οίκος των ΚομνηνώνOíkos ton Komninón科穆宁王朝
    Οίκος των ΡομανόφOíkos ton Romanóf罗曼诺夫王朝
  3. 公司商社
    εκδοτικός οίκοςekdotikós oíkos出版
    οίκος μόδαςoíkos módas时装
  4. (东正教) 圣歌诗节
  5. (历史) 庄园
  6. (占星术) 宫位

变格

编辑

派生词

编辑

近义词

编辑

相关词汇

编辑