ορθογώνιο

希腊语

编辑

形容词

编辑

ορθογώνιο (orthogónio)

  1. ορθογώνιος (orthogónios)宾格单数阳性形式。
  2. ορθογώνιος (orthogónios)主格宾格呼格单数中性形式。

名词

编辑

ορθογώνιο (orthogónion (复数 ορθογώνια)

  1. ορθογώνιο παραλληλόγραμμο (orthogónio parallilógrammo)的另一种写法