古希腊语 编辑

词源 编辑

源自πλοῦτος (ploûtos, 财富) +‎ -ιος (-ios)

发音 编辑

 

形容词 编辑

πλούσῐος (ploúsiosm (阴性 πλουσῐ́ᾱ,中性 πλούσῐον); 第一类/第二类

  1. 富有的,富裕
    反义词: πένης (pénēs)πτωχός (ptōkhós)

屈折 编辑

派生语汇 编辑

  • 希腊语: πλούσιος (ploúsios)
  • 马里乌波尔希腊语: плу́шус (plúšus)

参考资料 编辑

希腊语 编辑

词源 编辑

源自古希腊语 πλούσιος (ploúsios)

发音 编辑

形容词 编辑

πλούσιος (ploúsiosm (阴性 πλούσια,中性 πλούσιο)

  1. 富有的,富裕

变格 编辑

反义词 编辑