πρόβατο
希腊语
编辑词源
编辑源自古希腊语 πρόβατον (próbaton)。与马里乌波尔希腊语 про́вату (próvatu)等同源。
名词
编辑πρόβατο (próvato) n (复数 πρόβατα,阴性 προβατίνα)
变格
编辑πρόβατο的变格
同类词汇
编辑派生词
编辑- αιγοπρόβατα n 复 (aigopróvata, “羊”)
- πρόβειος (próveios, “绵羊的”)
- πρόβιος (próvios, “绵羊的”)
拓展阅读
编辑- πρόβατο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- πρόβατο在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el