希腊语

编辑

词源

编辑

源自古希腊语 πρῶτος (prôtos)

发音

编辑

形容词

编辑

πρώτος (prótosm (阴性 πρώτη,中性 πρώτο)

  1. (序数词) 第一
    ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμοςo Prótos Pagkósmios Pólemos第一次世界大战

变格

编辑

同类词汇

编辑

相关词汇

编辑