στοματικός
希腊语
编辑形容词
编辑στοματικός (stomatikós) m (阴性 στοματική,中性 στοματικό)
变格
编辑 στοματικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | στοματικός | στοματική | στοματικό | στοματικοί | στοματικές | στοματικά |
属格 | στοματικού | στοματικής | στοματικού | στοματικών | στοματικών | στοματικών |
宾格 | στοματικό | στοματική | στοματικό | στοματικούς | στοματικές | στοματικά |
呼格 | στοματικέ | στοματική | στοματικό | στοματικοί | στοματικές | στοματικά |
参见
编辑- προφορικός (proforikós, “口语的”)