首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
τζάνερο
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
近义词
1.1.3
相关词汇
希腊语
编辑
名词
编辑
τζάνερο
(
tzánero
)
n
(复数
τζάνερα
)
樱桃李
变格
编辑
τζάνερο的变格
单数
复数
主格
τζάνερο
•
τζάνερα
•
属格
τζάνερου
•
τζάνερων
•
宾格
τζάνερο
•
τζάνερα
•
呼格
τζάνερο
•
τζάνερα
•
近义词
编辑
κορόμηλο
n
(
korómilo
)
相关词汇
编辑
δαμάσκηνο
n
(
damáskino
,
“
李子
”
)