άκρος
希臘語
編輯詞源
編輯源自古希臘語 ἄκρος (ákros, 「邊緣的,盡頭的,末端的」)。
形容詞
編輯άκρος (ákros) m (陰性 άκρα,中性 άκρο)
變格
編輯 άκρος 的變格
添加後綴的比較程度
比較級 | 單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | ακρότατος • | ακρότατη • | ακρότατο • | ακρότατοι • | ακρότατες • | ακρότατα • |
屬格 | ακρότατου • | ακρότατης • | ακρότατου • | ακρότατων • | ακρότατων • | ακρότατων • |
賓格 | ακρότατο • | ακρότατη • | ακρότατο • | ακρότατους • | ακρότατες • | ακρότατα • |
呼格 | ακρότατε • | ακρότατη • | ακρότατο • | ακρότατοι • | ακρότατες • | ακρότατα • |
衍生 | 相對最高級:ο + 比較級形式(如「ο ακρότατος」) |
相關詞彙
編輯- 參見:άκρη n (ákri, 「端,邊緣」)