αγγελία
參見:ἀγγελία
希臘語 編輯
詞源 編輯
發音 編輯
名詞 編輯
αγγελία (angelía) f (複數 αγγελίες)
- 通告;廣告 (尤指較小的廣告)
- Η αγγελία δημοσιεύεται δύο φορές στο κατάλληλο τμήμα του «The Economist».
- I angelía dimosiévetai dýo forés sto katállilo tmíma tou «The Economist».
- 廣告應當在《經濟學人》的適當部分插入兩次。
- 信息
- 消息,訊息
- (基督教) 天使報喜,聖母領報
變格 編輯
αγγελία的變格
近義詞 編輯
- (信息): είδηση f (eídisi)
- (信息,新聞通告): πληροφορία f (pliroforía)
相關詞彙 編輯
- 參見:άγγελος m (ángelos, 「天使,信使」)
拓展閱讀 編輯
- αγγελία in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.