αλευροειδής

希臘語 編輯

其他寫法 編輯

形容詞 編輯

αλευροειδής (alevroeidísm (陰性 αλευροειδής,中性 αλευροειδές)

  1. 粉狀

變格 編輯

相關詞彙 編輯