αντιπαρασιτικός

希臘語 編輯

形容詞 編輯

αντιπαρασιτικός (antiparasitikósm (陰性 αντιπαρασιτική,中性 αντιπαρασιτικό)

  1. 寄生蟲

變格 編輯

相關詞彙 編輯