αρρίζωτος
希臘語
編輯形容詞
編輯αρρίζωτος (arrízotos) m (陰性 αρρίζωτη,中性 αρρίζωτο)
變格
編輯 αρρίζωτος 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | αρρίζωτος • | αρρίζωτη • | αρρίζωτο • | αρρίζωτοι • | αρρίζωτες • | αρρίζωτα • |
屬格 | αρρίζωτου • | αρρίζωτης • | αρρίζωτου • | αρρίζωτων • | αρρίζωτων • | αρρίζωτων • |
賓格 | αρρίζωτο • | αρρίζωτη • | αρρίζωτο • | αρρίζωτους • | αρρίζωτες • | αρρίζωτα • |
呼格 | αρρίζωτε • | αρρίζωτη • | αρρίζωτο • | αρρίζωτοι • | αρρίζωτες • | αρρίζωτα • |
相關詞彙
編輯- 參見:ρίζα f (ríza, 「根」)
延伸閱讀
編輯- αρρίζωτος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.