δραστηριότητα

希臘語

編輯

詞源

編輯

繼承中古希臘語 δραστηριότης (drastēriótēs),等價於 δραστήριος (drastírios, 活躍的;主動的) +‎ -ότητα (-ótita)

名詞

編輯

δραστηριότητα (drastiriótitaf (複數 δραστηριότητες)

  1. 主動
  2. 活動
    Δραστηριότητα μαθηματικών για το νηπιαγωγείο.
    Drastiriótita mathimatikón gia to nipiagogeío.
    幼兒園的數學活動

變格

編輯

相關詞彙

編輯

延伸閱讀

編輯