καρδιοπάθεια
希臘語
編輯詞源
編輯καρδιο (kardio, 「心臟」) + -πάθεια (-pátheia, 「疾病」)
名詞
編輯καρδιοπάθεια (kardiopátheia) f (複數 καρδιοπάθειες)
變格
編輯καρδιοπάθεια的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | καρδιοπάθεια • | καρδιοπάθειες • |
屬格 | καρδιοπάθειας • | καρδιοπαθειών • |
賓格 | καρδιοπάθεια • | καρδιοπάθειες • |
呼格 | καρδιοπάθεια • | καρδιοπάθειες • |