κονικλοτροφείο
希臘語 編輯
詞源 編輯
通用希臘語κύνικλος (kúniklos) + τροφεῖον (tropheîon)(也作κόνικλος)。參見拉丁語cunīculus。
發音 編輯
名詞 編輯
κονικλοτροφείο (koniklotrofeío) n
- 養兔場
變格 編輯
κονικλοτροφείο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | κονικλοτροφείο • | κονικλοτροφεία • |
屬格 | κονικλοτροφείου • | κονικλοτροφείων • |
賓格 | κονικλοτροφείο • | κονικλοτροφεία • |
呼格 | κονικλοτροφείο • | κονικλοτροφεία • |
相關詞彙 編輯
- κονικλοτροφία f (koniklotrofía, 「養兔」)
- κόνικλος m (kóniklos, 「兔」) 〈古〉
- 並參見:κουνέλι n (kounéli, 「兔」)