κονικλοτροφείο

希臘語 編輯

詞源 編輯

通用希臘語κύνικλος (kúniklos) +‎ τροφεῖον (tropheîon)(也作κόνικλος)。參見拉丁語cunīculus

發音 編輯

  • 國際音標(幫助)/koniklotroˈfio/
  • 斷字:κο‧νι‧κλο‧τρο‧φείο

名詞 編輯

κονικλοτροφείο (koniklotrofeíon

變格 編輯

相關詞彙 編輯