σελιδοδείκτης
希臘語
編輯詞源
編輯σελίδα (selída, 「頁」) + δείκτης (deíktis, 「標誌者/物」)
名詞
編輯σελιδοδείκτης (selidodeíktis) m (複數 σελιδοδείκτες)
變格
編輯σελιδοδείκτης的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | σελιδοδείκτης • | σελιδοδείκτες • |
屬格 | σελιδοδείκτη • | σελιδοδεικτών • |
賓格 | σελιδοδείκτη • | σελιδοδείκτες • |
呼格 | σελιδοδείκτη • | σελιδοδείκτες • |