σκαρλάτος

希臘語

編輯

形容詞

編輯

σκαρλάτος (skarlátosm (陰性 σκαρλάτη,中性 σκαρλάτο)

  1. 猩紅的,深紅色

變格

編輯

同類詞彙

編輯