τσιμινιέρα
希臘語
編輯名詞
編輯τσιμινιέρα (tsiminiéra) f (複數 τσιμινιέρες)
變格
編輯τσιμινιέρα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | τσιμινιέρα • | τσιμινιέρες • |
屬格 | τσιμινιέρας • | τσιμινιερών • |
賓格 | τσιμινιέρα • | τσιμινιέρες • |
呼格 | τσιμινιέρα • | τσιμινιέρες • |
參見
編輯- καμινάδα f (kamináda, 「家庭煙囪」)
- φουγάρο n (fougáro, 「工廠煙囪」)
- καπνοδόχος n (kapnodóchos, 「煙囪」, 統稱)
拓展閱讀
編輯- Καπνοδόχος在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el