ανθοφόρος
希臘語 编辑
希臘語 编辑
ανθοφόρος (anthofóros) m (陰性 ανθοφόρη,中性 ανθοφόρο)
- 開花的
變格 编辑
ανθοφόρος 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | ανθοφόρος • | ανθοφόρη • | ανθοφόρο • | ανθοφόροι • | ανθοφόρες • | ανθοφόρα • |
屬格 | ανθοφόρου • | ανθοφόρης • | ανθοφόρου • | ανθοφόρων • | ανθοφόρων • | ανθοφόρων • |
賓格 | ανθοφόρο • | ανθοφόρη • | ανθοφόρο • | ανθοφόρους • | ανθοφόρες • | ανθοφόρα • |
呼格 | ανθοφόρε • | ανθοφόρη • | ανθοφόρο • | ανθοφόροι • | ανθοφόρες • | ανθοφόρα • |
相關詞彙 编辑
- ανθοφορία f (anthoforía, “盛開期”)
- 並參見:άνθος n (ánthos, “花”)