δαμασκηνής
希臘語
编辑形容詞
编辑δαμασκηνής (damaskinís) m (陰性 δαμασκηνής,中性 δαμασκηνές)
- 李子色的
變格
编辑 δαμασκηνής 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | δαμασκηνής • | δαμασκηνής • | δαμασκηνές • | δαμασκηνείς • | δαμασκηνείς • | δαμασκηνή • |
屬格 | δαμασκηνούς • | δαμασκηνούς • | δαμασκηνούς • | δαμασκηνών • | δαμασκηνών • | δαμασκηνών • |
賓格 | δαμασκηνή • | δαμασκηνή • | δαμασκηνές • | δαμασκηνείς • | δαμασκηνείς • | δαμασκηνή • |
呼格 | — | — | — | — | — | — |
衍生 | 比較級:πιο + 肯定形(如 πιο δαμασκηνής) 相對最高級:定冠詞 + πιο + 肯定形(如 ο πιο δαμασκηνής) |
相關詞彙
编辑- δαμασκηνί n (damaskiní, “李子色”, 名詞)
- 並參見:δαμάσκηνο n (damáskino, “李子”)