διαβολοκόριτσο

希臘語

编辑

其他寫法

编辑

詞源

编辑

διαβολο- (diavolo-) +‎ κορίτσι (korítsi, 女孩)

名詞

编辑

διαβολοκόριτσο (diavolokóritson (复数 διαβολοκόριτσα)

  1. 調皮聰明活潑女孩

變格

编辑

相關詞彙

编辑