αντιρατσιστικός

希腊语

编辑

形容词

编辑

αντιρατσιστικός (antiratsistikósm (阴性 αντιπροστατευτική,中性 αντιπροστατευτικό)

  1. 反对种族主义
    反义词:ρατσιστικός (ratsistikós)

变格

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑