εργαστήριο
希腊语
编辑名词
编辑εργαστήριο (ergastírio) n (复数 εργαστήρια)
变格
编辑εργαστήριο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | εργαστήριο • | εργαστήρια • |
属格 | εργαστηρίου • | εργαστηρίων • |
宾格 | εργαστήριο • | εργαστήρια • |
呼格 | εργαστήριο • | εργαστήρια • |
近义词
编辑- παρασκευαστήριο n (paraskevastírio)
- εργαστήρι n (ergastíri)