希腊语

编辑

发音

编辑

动词

编辑

συναντάω (synantáo) / συναντώ (过去简单式 συνάντησα被动语态 συναντιέμαι/συναντώμαι被动过去 συναντήθηκα)

  1. 见面遇见
    近义词:ανταμώνω (antamóno)
  2. 遭遇面对
  3. 发现出现

变位

编辑

相关词汇

编辑