φυσιολογικός
希腊语
编辑形容词
编辑φυσιολογικός (fysiologikós) m (阴性 φυσιολογική,中性 φυσιολογικό)
变格
编辑 φυσιολογικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | φυσιολογικός | φυσιολογική | φυσιολογικό | φυσιολογικοί | φυσιολογικές | φυσιολογικά |
属格 | φυσιολογικού | φυσιολογικής | φυσιολογικού | φυσιολογικών | φυσιολογικών | φυσιολογικών |
宾格 | φυσιολογικό | φυσιολογική | φυσιολογικό | φυσιολογικούς | φυσιολογικές | φυσιολογικά |
呼格 | φυσιολογικέ | φυσιολογική | φυσιολογικό | φυσιολογικοί | φυσιολογικές | φυσιολογικά |
衍生 | 比较级:πιο + 肯定形(如 πιο φυσιολογικός) 相对最高级:定冠词 + πιο + 肯定形(如 ο πιο φυσιολογικός) |
添加后缀的比较程度
相关词汇
编辑- 参见:φυσιολογία f (fysiología, “生理学”)