βραδύπους
希臘語
編輯詞源
編輯源自古希臘語 βραδύπους (bradúpous, 「腳走得慢的」, 源自 βραδύς (bradús, 「慢的」) + πούς (poús, 「腳」))。
發音
編輯名詞
編輯βραδύπους (vradýpous) m (複數 βραδύποδες)
變格
編輯βραδύπους的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | βραδύπους • | βραδύποδες • |
屬格 | βραδύποδος • | βραδυπόδων • |
賓格 | βραδύποδα • | βραδύποδες • |
呼格 | βραδύπους • | βραδύποδες • |
相關詞彙
編輯參見
編輯- νωθρότητα f (nothrótita, 「懶散;遲緩」)