καλοκαιριάτικος
希臘語
編輯詞源
編輯καλοκαίρ(ι) (kalokaír(i), 「夏季」) + -ιάτικος (-iátikos, 表示時間的形容詞後綴)[1]
發音
編輯形容詞
編輯καλοκαιριάτικος (kalokairiátikos) m (陰性 καλοκαιριάτικη,中性 καλοκαιριάτικο)
- 夏季般的
- Είναι 20 Δεκεμβρίου, με καλοκαιριάτικη ζέστη. Μοιάζει με καλοκαιρινή μέρα.
- Eínai 20 Dekemvríou, me kalokairiátiki zésti. Moiázei me kalokairiní méra.
- 今天是十二月二十日,還熱得跟夏天一樣。感覺簡直就是夏天。
變格
編輯 καλοκαιριάτικος 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | καλοκαιριάτικος • | καλοκαιριάτικη • | καλοκαιριάτικο • | καλοκαιριάτικοι • | καλοκαιριάτικες • | καλοκαιριάτικα • |
屬格 | καλοκαιριάτικου • | καλοκαιριάτικης • | καλοκαιριάτικου • | καλοκαιριάτικων • | καλοκαιριάτικων • | καλοκαιριάτικων • |
賓格 | καλοκαιριάτικο • | καλοκαιριάτικη • | καλοκαιριάτικο • | καλοκαιριάτικους • | καλοκαιριάτικες • | καλοκαιριάτικα • |
呼格 | καλοκαιριάτικε • | καλοκαιριάτικη • | καλοκαιριάτικο • | καλοκαιριάτικοι • | καλοκαιριάτικες • | καλοκαιριάτικα • |
派生詞
編輯- καλοκαιριάτικα (kalokairiátika, 「在夏季」)
相關詞彙
編輯- καλοκαιρινός (kalokairinós, 「夏季的」)
- 並參見:καλοκαίρι n (kalokaíri, 「夏季」)
其他季節:
- χειμωνιάτικος (cheimoniátikos, 「冬季的」)
- φθινοπωριάτικος (fthinoporiátikos, 「秋季的」)
- ανοιξιάτικος (anoixiátikos, 「春季的」)
參考資料
編輯- ↑ καλοκαιριάτικος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.