ποντίκι
參見:ποντικί
希臘語
編輯詞源
編輯源自中世紀中古希臘語 ποντίκιν (pontíkin)、ποντίκιον (pontíkion),ποντικός (pontikós)的指小詞,源自古希臘語 Ποντικός μῦς (Pontikós mûs, 「一種鼬」),指Ποντικός (Pontikós, 「本都的」) μῦς (mûs, 「鼠」)。「鼠標/滑鼠」之義意譯自英語 mouse。
發音
編輯名詞
編輯ποντίκι (pontíki) n (複數 ποντίκια)
- 鼠,老鼠
- Έβαλα μια φάκα στη σοφίτα, γιατί είναι γεμάτη ποντίκια.
- Évala mia fáka sti sofíta, giatí eínai gemáti pontíkia.
- 我之前在閣樓放了個捕鼠夾,因為上面滿是老鼠。
- 強壯的肌肉,尤指二頭肌
- (烹飪) 牛犢腿下部的肉
- (計算機) 鼠標,滑鼠
- Αγόρασα καινούριο ποντίκι για τον υπολογιστή μου.
- Agórasa kainoúrio pontíki gia ton ypologistí mou.
- 我給我的電腦買了個新鼠標。
- (軍事俚語) 新兵
變格
編輯ποντίκι的變格
近義詞
編輯相關詞彙
編輯- ποντικάκι n (pontikáki) (指小詞)
- ποντίκαρος m (pontíkaros) (增義)
- πόντικας m (póntikas) (增義)
- ποντικί n (pontikí, 「鼠灰色」) (非正式)
- ποντίτζιν n (pontítzin) (塞浦路斯)
- 並參見:ποντικός m (pontikós, 「鼠」)
參見
編輯- τρωκτικό n (troktikó, 「嚙齒動物」)