首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
άγκυρα
语言
监视本页
编辑
參見:
Άγκυρα
、
ἄγκυρα
和
Ἄγκυρα
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.2.2
相關詞彙
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
ἄγκυρα
(
ánkura
)
。
名詞
编辑
άγκυρα
(
ágkyra
)
f
(复数
άγκυρες
)
(
航海
)
錨
ρίχνω
άγκυρα
―
ríchno
ágkyra
―
下
錨
σηκώνω
άγκυρα
―
sikóno
ágkyra
―
起
錨
變格
编辑
άγκυρα的變格
單數
複數
主格
άγκυρα
•
άγκυρες
•
屬格
άγκυρας
•
αγκυρών
•
賓格
άγκυρα
•
άγκυρες
•
呼格
άγκυρα
•
άγκυρες
•
相關詞彙
编辑
αγκουρέτο
n
(
agkouréto
,
“
小錨
”
)
參見:
αγκυροβολώ
(
agkyrovoló
,
“
下錨
”
)
並參見:
αγκάθι
n
(
agkáthi
,
“
刺
”
)