είναι
參見:εἶναι
希臘語
编辑詞源
编辑繼承自古希臘語 εἶναι (eînai),,εἰμί (eimí, “我是”)的現在不定式。
- (名詞): 意譯自德語 Sein。[1]
- (動詞第三人稱形式): Babiniotis 認為[2]並非來自不定式εἶναι (eînai),而是來自中古希臘語 ἔναι (énai) < 古希臘語 ἔνι (éni),ἔνεστι (énesti, “在……”)的縮略,形式與είμαι (eímai)、είσαι (eísai)一致。
發音
编辑動詞
编辑είναι (eínai)
- είμαι (eímai) 的第三人稱單數現在時:他/她/牠/它是
- το όνομά μου είναι …
- to ónomá mou eínai …
- 我的名字是…
- είμαι (eímai) 的第三人稱複數現在時:他們是
名詞
编辑είναι (eínai) n (無屈折)
- (哲學) 存在
- 內心世界
- Όταν έμαθα την είδηση του θανάτου του, κατέρρευσε όλο μου το είναι.
- Ótan ématha tin eídisi tou thanátou tou, katérrefse ólo mou to eínai.
- 当我得知他去世的消息时,我整个人都崩溃了。
- (比喻義) 生活中一切寶貴的事物
- Είσαι το είναι μου, ο έρωτας της ζωής μου.
- Eísai to eínai mou, o érotas tis zoḯs mou.
- 你是我的一切,我一生的挚爱。
參考資料
编辑- ↑ είναι in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- ↑ Template:R:Babiniotis 2002