參見:εἶναι

希臘語

编辑

詞源

编辑

繼承古希臘語 εἶναι (eînai),,εἰμί (eimí, 我是)的現在不定式。

發音

编辑
  • 國際音標(幫助): /ˈine/
  • 音頻(檔案)
  • 斷字:εί‧ναι

動詞

编辑

είναι (eínai)

  1. είμαι (eímai)第三人稱單數現在時:他/她/牠/它是
    το όνομά μου είναι
    to ónomá mou eínai
    我的名字
  2. είμαι (eímai)第三人稱複數現在時:他們是

名詞

编辑

είναι (eínain (無屈折)

  1. (哲學) 存在
    «To Είναι και το Μηδέν»«To Eínai kai to Midén»存在與虛無
    法國哲學家讓-保羅·薩特著作
  2. 內心世界
    Όταν έμαθα την είδηση του θανάτου του, κατέρρευσε όλο μου το είναι.
    Ótan ématha tin eídisi tou thanátou tou, katérrefse ólo mou to eínai.
    当我得知他去世的消息时,我整个人都崩溃了。
  3. (比喻義) 生活一切寶貴事物
    Είσαι το είναι μου, ο έρωτας της ζωής μου.
    Eísai to eínai mou, o érotas tis zoḯs mou.
    你是我的一切,我一生的挚爱。

參考資料

编辑
  1. είναι in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
  2. Template:R:Babiniotis 2002