希臘語编辑

詞源编辑

源自中古希臘語 ἑκατό,源自古希臘語 ἑκατόν (hekatón)

發音编辑

  • IPA(幫助)/e.kaˈto/
  • 斷字:ε‧κα‧τό

數詞编辑

εκατό (ekató)

  1. 一百100
  2. (比喻, 誇張) 表示程度的誇張。
    Σου το είπα εκατό φορές, αλλά δεν με ακούς.
    Sou to eípa ekató forés, allá den me akoús.
    我都跟你講了一百次了,但你就是不聽。
    近義詞: χίλια (chília)

其他寫法编辑

近義詞编辑

相關詞彙编辑

名詞编辑

εκατό (ekatón(无变格)

  1. 一百
  2. 希臘報警電話號碼
    Το εκατό ήρθε αμέσως και τον έδιωξε.
    To ekató írthe amésos kai ton édioxe.
    100(警察)馬上過來載他們走了。

參見编辑