αυτοκρατορικός
希腊语
编辑形容词
编辑αυτοκρατορικός (aftokratorikós) m (阴性 αυτοκρατορική,中性 αυτοκρατορικό)
变格
编辑 αυτοκρατορικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | αυτοκρατορικός | αυτοκρατορική | αυτοκρατορικό | αυτοκρατορικοί | αυτοκρατορικές | αυτοκρατορικά |
属格 | αυτοκρατορικού | αυτοκρατορικής | αυτοκρατορικού | αυτοκρατορικών | αυτοκρατορικών | αυτοκρατορικών |
宾格 | αυτοκρατορικό | αυτοκρατορική | αυτοκρατορικό | αυτοκρατορικούς | αυτοκρατορικές | αυτοκρατορικά |
呼格 | αυτοκρατορικέ | αυτοκρατορική | αυτοκρατορικό | αυτοκρατορικοί | αυτοκρατορικές | αυτοκρατορικά |
衍生 | 比较级:πιο + 肯定形(如 πιο αυτοκρατορικός) 相对最高级:定冠词 + πιο + 肯定形(如 ο πιο αυτοκρατορικός) |
添加后缀的比较程度
相关词汇
编辑- αυτοκρατορία f (aftokratoría, “帝国”)
参见
编辑- αυταρχικός (aftarchikós, “专制的”)